Ιωάννης Δ. Ταγκούλης
Ειδικός Καρδιολόγος

Διευθυντής Τμήματος Ηλεκτροφυσιολογίας
& Βηματοδότησης Βιοκλινικής Αθηνών
Πρόεδρος Εταιρείας Πρόληψης Καρδιαγγειακών Νόσων

Κατάλυση Κολπικής Μαρμαρυγής

Σε ποιες περιπτώσεις είναι απαραίτητη η επέμβαση κατάλυσης (ablation) κολπικής μαρμαρυγής;
Η κατάλυση της κολπικής μαρμαρυγής μπορεί να επιτύχει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα σε σύγκριση με τις άλλες διαθέσιμες θεραπείες. Βέβαια εάν τα συμπτώματα δεν είναι τόσο έντονα ή δεν επαναλαμβάνονται συχνά, μπορεί να δοκιμαστεί αρχικά συντηρητική αγωγή, η οποία περιλαμβάνει εκτός από φάρμακα, αλλαγή του τρόπου ζωής και περιορισμό των παραγόντων κινδύνου (υπέρταση, παχυσαρκία, κατάχρηση αλκοόλ κ.ά.). Σε κάθε περίπτωση, η απόφαση για την κατάλυση πρέπει να ληφθεί μετά από συζήτηση με τον επεμβατικό αρρυθμιολόγο που θα εκτιμήσει τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα κάθε επιλογής.

Ποιοι είναι οι βασικοί παράγοντες επιτυχίας στην κατάλυση κολπικής μαρμαρυγής;
Οι ασθενείς με την καλλίτερη πρόγνωση είναι κατά (κατά τεκμήριο) νέοι που παρουσιάζουν συχνά επεισόδια παροξυσμικής κολπικής μαρμαρυγής και δεν έχουν συνοδούς καρδιακές ή μη καρδιακές παθήσεις. Υπάρχουν παράγοντες που είναι ενδεικτικοί για μειωμένα ποσοστά επιτυχίας, όπως:
• η διάταση του αριστερού κόλπου,
• η παρουσία εμμένουσας κολπικής μαρμαρυγής,
• η παρουσία της κολπικής μαρμαρυγής επί μακρόν (περισσότερο από ένα έτος)
• η ύπαρξη συνοδών παθήσεων (σακχαρώδης διαβήτης, στεφανιαία νόσος, βαλβιδοπάθεια, υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια, κ.ά.)

Μπορεί να γίνει διακοπή της αντιπηκτικής αγωγής μετά την κατάλυση;
Τα αντιπηκτικά φάρμακα χορηγούνται απαραιτήτως για ένα μικρό διάστημα πριν (συνήθως 1 μήνα) και 2 μήνες μετά την επέμβαση. Η περαιτέρω συνέχιση της αντιπηκτικής αγωγής εκτιμάται με βάση τον κίνδυνο που παρουσιάζει ο ασθενής για θρομβοεμβολικά επεισόδια. Ο κίνδυνος αυτός υπολογίζεται σύμφωνα με την κλίμακα βαθμονόμησης CHA2DS2-VASc score. Κατά συνέπεια ανεξάρτητα από την επιτυχή έκβαση της κατάλυσης, ο ασθενής πρέπει να λαμβάνει αντιπηκτικά φάρμακα εάν έχει χαρακτηριστικά που προβλέπουν θρομβοεμβολικό κίνδυνο. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι πολλά από τα επεισόδια κολπικής μαρμαρυγής δεν προκαλούν συμπτώματα, όμως είναι εξίσου επικίνδυνα για τη δημιουργία θρόμβων.

Ποια μέθοδος κατάλυσης έχει τα καλλίτερα αποτελέσματα;
Οι δύο επικρατέστερες μέθοδοι κατάλυσης είναι η κατάλυση με χρήση ραδιοσυχνοτήτων (RF) και η κρυοκατάλυση (cryo) κατά την οποία χρησιμοποιείται ψύξη σε αντίθεση με τη θερμότητα που χρησιμοποιείται στην τεχνική με τη χρήση ραδιοσυχνοτήτων. Και με τις δύο μεθόδους ο αρχικός στόχος είναι η ηλεκτρική απομόνωση των πνευμονικών φλεβών. Αυτό γίνεται με τη δημιουργία κυκλοτερών βλαβών γύρω από μία ή ένα ζευγάρι πνευμονικών φλεβών όταν χρησιμοποιούμε ραδιοσυχνότητες (RF) και με την έμφραξη και ψύξη κάθε μιας πνευμονικής φλέβας με τη χρήση του cryo-balloon όταν χρησιμοποιούμε τη μέθοδο κρυοκατάλυσης. Με την κρυοκατάλυση η επέμβαση γίνεται σε μικρότερο χρόνο ,όμως, συνήθως απαιτείται περισσότερη έκθεση στην ακτινοβολία και δεν υπάρχει δυνατότητα χαρτογράφησης άλλων ταχυκαρδιών που μπορεί να συνυπάρχουν με την κολπική μαρμαρυγή. Σε κάθε περίπτωση, η καλύτερη τεχνική κατάλυσης είναι αυτή που ταιριάζει περισσότερο στα χαρακτηριστικά και τις απαιτήσεις του κάθε ασθενούς.

Τι είναι η κατάλυση παλμικού πεδίου – PFA;
Για πρώτη φορά στην Ελλάδα διενεργείται εδώ και μερικούς μήνες η πρωτοποριακή επέμβαση κατάλυσης κολπικής μαρμαρυγής με ενέργεια παλμικού πεδίου (Pulse Field Ablation) σε τρισδιάστατη απεικόνιση.
Η αντιμετώπιση της κολπικής μαρμαρυγής με κατάλυση παλμικού πεδίου – Pulse Field Ablation (PFA) είναι μία νέα τεχνολογία για την κατάλυση της κολπικής μαρμαρυγής. Μέσω ειδικού καθετήρα αποδίδονται ηλεκτρικοί παλμοί υψηλής έντασης που προκαλούν την ηλεκτρική απομόνωση των ιστών του κολπικού μυοκαρδίου με μια διαδικασία που ονομάζεται ηλεκτροδιάτρηση της κυτταρικής μεμβράνης. Έτσι επιτυγχάνονται εξαιρετικά αποτελέσματα, μεγαλύτερη ασφάλεια για τον ασθενή και σημαντικά μικρότερη διάρκεια επέμβασης. Η νέα αυτή πηγή ενέργειας έχει εκλεκτικότητα για το μυοκάρδιο και δεν επηρεάζει γειτονικά όργανα όπως ο οισοφάγος και το δεξιό φρενικό νεύρο. Κατά συνέπεια αποφεύγονται δυνητικές επιπλοκές των μέχρι τώρα χρησιμοποιούμενων πηγών ενέργειας, όπως της ενέργειας με χρήση ραδιοσυχνοτήτων (RF) και της-ενέργειας κρυοκατάλυσης (cryo).

Μετά την κατάλυση χρειάζεται να παίρνω αντιαρρυθμικά φάρμακα;
Συνήθως η κατάλυση γίνεται σε ασθενείς που τα αντιαρρυθμικά φάρμακα έχουν αποτύχει και έχει ως στόχο τη μόνιμη αποκατάσταση του φυσιολογικού ρυθμού χωρίς την ανάγκη μακροχρόνιας χορήγησης αντιαρρυθμικών φαρμάκων. Σε κάποιες περιπτώσεις για να αποφύγουμε τις πρώιμες υποτροπές της κολπικής μαρμαρυγής χορηγούμε αντιαρρυθμικά φάρμακα για 2-3 μήνες μετά την επέμβαση. Υπάρχουν ακόμα και περιπτώσεις που προηγούμενα αναποτελεσματικά φάρμακα, μετά την κατάλυση αποδεικνύονται δραστικά, με αποτέλεσμα τον περιορισμό ή και την εξάλειψη των υποτροπών.

Τι επιπλοκές εμφανίζονται μετά την επέμβαση κατάλυσης;
Η κατάλυση της κολπικής μαρμαρυγής είναι μία σύμπλοκη επέμβαση που περιλαμβάνει εκτεταμένη τροποποίηση του καρδιακού υποστρώματος και για αυτό μπορεί να προκαλέσει ακόμα και σοβαρές επιπλοκές. Αυτός ακριβώς είναι και ο λόγος που πρέπει πάντα να διενεργούνται σε κέντρα που έχουν την απαιτούμενη εμπειρία και από εξειδικευμένους επεμβατικούς αρρυθμιολόγους. Πρώτη επιλογή μας είναι η ασφάλεια του ασθενούς.

Σε ποιες περιπτώσεις η επέμβαση μπορεί να μην τα αναμενόμενα αποτελέσματα;
Ο αρχικός στόχος της επέμβασης είναι η ηλεκτρική απομόνωση της περιοχής γύρω από τις πνευμονικές φλέβες. Παρότι αυτό μπορούμε να το πετύχουμε με σχετικά εύκολο τρόπο κατά τη διάρκεια της επέμβασης, ο οργανισμός, στη συνέχεια, ακολουθώντας μία διαδικασία επούλωσης, μπορεί να δημιουργήσει κενά στις περιοχές που προηγούμενα είχαν περιχαρακωθεί. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την αποκατάσταση των συνθηκών που ευνοούν την έναρξη και τη διατήρηση της κολπικής μαρμαρυγής με αποτέλεσμα την υποτροπή. Μία άλλη αιτία υποτροπής είναι να υπάρχει κάποια εστία που πυροδοτεί την κολπική μαρμαρυγή εκτός της περιοχής των πνευμονικών φλεβών. Πολλές φορές μία τέτοια εστία είναι δύσκολο να αποκαλυφθεί στην αρχική επέμβαση.

Εάν η επέμβαση κατάλυσης δεν έχει επιτυχία μπορεί να επαναληφθεί;
Σε περίπτωση που χρειαστεί η επέμβαση κατάλυσης μπορεί να γίνει αρκετές φορές. Υπάρχουν περιπτώσεις ασθενών που θεραπεύθηκαν με την 4η ή και 5η επέμβαση. Συνήθως, στις επεμβάσεις μετά την αρχική, επεμβαίνουμε στις περιοχές που με την πάροδο του χρόνου έχουν επανακάμψει ή διενεργούμε στόχευση περαιτέρω σημείων που θεωρούνται υπεύθυνα.